Κυριακή 22 Μαρτίου 2009

Ενα όνειρο

Το ηφαίστειο στον άνεμο ψηλά πετούσε, την πυρακτωμένη του τέφρα .
Βρυχάται θυμωμένο, αγκομαχάει , σκορπίζοντας πανικό…φοβέρα!!!
Ανάμεσά της γυάλιζαν ζωντανές οι πέτρες.
εκσφενδονίζονταν από μεγάλο ύψος και νικημένες, έπεφταν στα αφρισμένα κύματα χάνοντας την αίγλη του πορφυρού τους χρώματος.
Αφήναν μαύρους παραπονιάρικους καπνούς καθώς τις κατάπιναν οι θαλάσσιοι άβυσσοι.
Εκεί που το ηφαίστειο συναντούσε την θάλασσα ανάδευαν μακριά φύκια. ξεπρόβαλαν αργά και έγερναν πέρα δώθε… τα μακρόστενα φύλλα τους
Στεκόμουν σε μια μικρή σχισμή, με περιτριγύριζαν γυμνωμένα βουνά, μενεξεδί βαμμένα. Σπήλαια διάσπαρτα, υγρά και δροσερά, με στόματα ορθάνοιχτα ζητούσαν να με κλείσουν στις σκοτεινές σκιές τους
Στο βάθος τα κύματα χτυπούσαν τον βράχο , υψώνονταν αφρίζοντας, θαρρείς περίμεναν με υπεροψία και θυμό, το θανατερό ποτάμι να αγγίξει την ραχοκοκαλιά τους
Ήθελαν να το νικήσουν καταπίνοντας την κόκκινη του φλόγα και μετατρέποντάς το σε μια μαύρη σκοτεινή μάζα βράχων..
Σαν μεσαιωνικά φαντάσματα, διωγμένοι και ταπεινωμένοι από τον αφέντη τους αυτοί με την σειρά τους, κοιτούσαν το πέλαγος…και όλο και πιο πολλοί γινόντουσαν…συνέχεια.. ξανά και ξανά..

Προστατευμένη έβλεπα το φωτεινό αιμάτινο ρυάκι που ανάβλυζε, από την καρδιά της γης απαλά να κατεβαίνει την λοφοπλαγιά
Κάτι παράξενα απόκοσμο ένιωθα να έχει ετούτη η ώρα…
Το σκηνικό κατέβηκε
θαρρείς οι σκέψεις μου γίναν φορτωμένα ξύλα στην πλάτη ενός υπομονετικού υποζυγίου..
ασήκωτες αλήθεια μα τόσο διάφανες.. έλαμπαν στης ανατολής το πέρασμα
γαλήνη απροσδόκητη με συνεπήρε,
εμπρός σύνελθε ακούστηκε να λέει μια φωνή, γνωστή οικία
αντίκρυ στάσου στον πέτρινο τοίχο και μες της φωτιάς την πλούσια κάθαρση
ρίξε τα πιο ποταπά σου αισθήματα και κάνε άσπιλο της ψυχής τον αβυσσαλέο βυθό να κοίτα….
χωρίς πόνο δεν νικάς τις κιτρινισμένες θύμησες
των σκοτεινών σου χρόνων

αχ καρδούλα μου πόσες μυριάδες φορές ακόμα θα κρατώ σφαλιστά, τα μάτια μπρος στον πέτρινο τοίχο της αμβλύνουσας παρεκτροπής μου?
Ετοίμασε την πανοπλία σου…
Ελπίδα..

2 σχόλια: