Δημοσκοπήσεις δημοσκοπήσεις και πάλι κάθε σχεδόν δύο εβδομάδες αποτελέσματα για το ποιός προηγείται. Δεν συμβαίνει μόνον εδώ αλλά παντού. Οι εταιρείες αυτές που απασχολούν κάμποσα άτομα πρέπει να βγάζουν με κάποιο τρόπο το ψωμί τους. Κυριαρχεί διάχυτη η εντύπωση ότι οι εκλογικοί μονομάχοι ήδη ξέρουν το αποτέλεσμα και κάνουν τα πλάνα τους αναλόγως, κυρίως για τον χρόνο των εκλογών μπας και γλυτώσουν οι χαμένοι τίποτα ή να κερδίσουν κι άλλο οι υποτιθέμενοι κερδισμένοι.
Και μετά?
Μετά μιά από τα ίδια, θα γεμίσουν και οι τριακόσιες έδρες την βουλή μας, θα ξαναρχίσουν αν όχι αμέσως μετά από κανα δίμηνο πάλι οι αναλύσεις του πολιτικού βαρομέτρου κ.ο.κ.
Ομως για σκεφτήτε κάτι που θα ταρακουνούσε όλους αυτούς που στέλνουμε μέσα στο κοινοβούλιο.
Σκέφτηκα το εξής. Να υπάρξει βαρύτητα και καταμερισμός θέσεων ΜΕΣΑ στη βουλή των λευκών ψήφων. Καλά δεν μετριούνται θα μου πείτε? Μετριούνται αλλά δεν τους δίνεται καμμία σημασία.
Εδώ μιλάμε όχι μόνον να μετριούνται αλλά να τους δίνονται και έδρες στη βουλή. Και μάλιστα οι έδρες αυτές να είναι μπροστά μπροστά, φάτσα κάρτα στον πρόεδρο της βουλής, και οι υπόλοιποι εκλεγμένοι των παρατάξεων από πίσω από τις άδειες αυτές θέσεις, να τις βλέπουν και όσο πιό πολλές είναι να τους μεγαλώνει η ντροπή ο προβληματισμός και το αίσθημα ευθύνης για το ποιοί τους έστειλαν εκεί και ΓΙΑΤΙ?
Τρίτη 31 Μαρτίου 2009
Τετάρτη 25 Μαρτίου 2009
Εθίζειν τους παίδας τω ταληθεί λέγειν

Ο τίτλος προέρχεται από ένα ρητό του Πλούταρχου :
"Εθίζειν τους παίδας τω ταληθεί λέγειν. Το γαρ ψεύδεσθαι δουλοπρεπές και πάσιν ανθρώποις ουκ άξιον μιμείσθαι. "
Που σημαίνει :
Να συνηθίζουμε τα παιδιά να λέγουν την αλήθεια. Γιατί η ψευτιά είναι δουλοπρέπεια και δεν αξίζει να τη μιμούνται οι άνθρωποι .
Υπάρχει μια μεγάλη παγίδα στην οποία πέφτουν πολλοί και αφορά τη ζωή τους ολόκληρη , καθώς και τη ζωή των άλλων και γενικότερα την κοινωνία. Και όσοι δεν πέφτουν σε αυτή τη παγίδα , δεν είναι γιατί ήταν αρκετά οξυδερκείς για να την εντοπίσουν, αλλά για άλλους, άσχετους λόγους που θα περιγράψω παρακάτω.
Θα αρχίσω από το τέλος. Πιστεύει κανένας μας ότι ο Καραμανλής ή ο Παπανδρέου ή ο Μητσοτάκης είναι τόσο κακοί άνθρωποι και θέλουν το κακό της πατρίδας?
Ήταν δηλαδή πιτσιρίκια και ονειρεύονταν πως θα καταστρέψουν την Ελλάδα?
Ή πιστεύει κανένας ότι μια πόρνη ονειρευόταν από μικρή να εκδίδει το σώμα της? Και ξύπνησε ένα πρωί και είπε "ωραία μέρα σήμερα. από τώρα θα γίνω πόρνη."
Σίγουρα όχι.
Όλοι καταλαβαίνουν ότι όλοι αυτοί (καθώς και όλοι οι φαύλοι) καταλήξανε εκεί , μέσα από μια χρονοβόρα και πολύπλοκη αλληλουχία εμπειριών, συγκυριών και παραστάσεων την οποία ούτε που είχαν φανταστεί και η οποία τους αλλοίωσε τόσο ώστε να καταλήξουν να είναι κάτι που οι ίδιοι συχαίνονταν τόσο όσο όλος ο κόσμος.
Μέχρι τώρα δεν σας λέω τίποτα καινούργιο.
Και όμως. ίσως δεν είναι ακριβώς έτσι τα πράγματα. Ίσως εκεί που την "πατάνε" οι φαύλοι και γίνονται αυτοί που γίνονται να είναι κάτι άλλο. Και αυτοί οι φαύλοι, εάν είναι πολλοί στον αριθμό, η φαυλότητα τους είναι βαθιά και η θέση τους στη κοινωνία καίρια, καταλήγει μια χώρα σαν των Ελλήνων να γίνεται μια χώρα...Γραικύλων.
Ίσως η φαυλότητα να ξεκινάει από τα όνειρα. Ναί φίλοι, τα όνειρα τα παιδικά. Τα αθώα.
Εκεί ίσως βρίσκει έδαφος ο πονηρός ο διάβολος και τρουπώνει.Και εκεί ρίχνει το σπόρο του που μπορεί να μην γίνεται αντιληπτός ούτε καν σε έμπειρο μάτι γιατί είναι σπόρος. Μεγαλώνει όμως από τους χυμούς του ίδιου του δέντρου στο οποίο παρασιτεί (το παιδικό όνειρο) και το στρεβλώνει λίγο -λίγο κατά την ανάπτυξή του καταλήγοντας να το λυγίσει μέχρι το έδαφος.
Και εξηγούμαι :
Ο Κωστάκης ονειρεύεται να γίνει πρωθυπουργός. Η καιτούλα ονειρεύεται να γίνει πλούσια.
Ο ανδρίκος ονειρεύεται να γίνει μεγαλογιατρός, κοκ. Αυτοί οι νέοι την έχουν πατήσει ήδη. Έχουν ήδη καταδικάσει τον εαυτό τους στη φαυλότητα.
Γιατί το σωστό όνειρο και αυτό που θα τους οδηγούσε στην επιτυχία, την ευτυχία , την γαλήνη και την ολοκλήρωση θα ήταν : ο Κωστάκης να γίνει ΣΩΣΤΟΣ πρωθυπουργός.
Ξεκινώντας λοιπόν το ταξίδι των επιλογών μέσα στη ζωή (που όλοι μας ξέρουμε πόσο παραπλανητικό και επικίνδυνο είναι) με λάθος στόχο, αρχίζουν να ολισθαίνουν σε συμβιβασμούς οι οποίοι τους φαίνονται συμφέροντες γιατί τους παρέχουν σαν αντάλλαγμα την επίτευξη του λάθος στόχου και παίρνουν σαν υποθήκη την προσωπική τους αξία και αυτοσεβασμό.
Ο Κωστάκης δεν θέλει να ξεπουλήσει την Ελλάδα Η καιτούλα δεν θέλει να γίνει πόρνη,
Αλλά τώρα που το κατάλαβαν, πως θα τσακωθεί ο Κωστάκης με τα συμφέροντα που πηδάνε τη χώρα αφού αυτά του επέτρεψαν (σε αυτόν και την οικογένειά του) να σπουδάσει εκεί που σπούδασε, να γίνει βουλευτής, να γίνει αρχηγός κόμματος, να γίνει πρωθυπουργός?
Πως θα φτύσει η καιτούλα τον προαγωγό της αφού αυτός την κυκλοφορούσε με την πόρσε (λέμε τώρα), της έδινε την κοκαΐνη της, της αγόραζε τα λούσα?
Η συμφωνία με το διάβολο έλεγε :¨"να γίνω πρωθυπουργός" δεν έλεγε "να γίνω ένας αρχιδάτος πρωθυπουργός που θα τον γράψει η ιστορία".Και δεν το έγραφε αυτό το συμβόλαιο, γιατί αυτό δεν ανήκει στα προϊόντα που ανταλλάσσονται (ούτε από το διάβολο, ούτε από τους αμερικανοεβραίους, ούτε τους προαγωγούς, ούτε κανέναν).
Αυτό είναι ένα προϊόν που άμα το έχεις είσαι ο ένας στο εκατομμύριο αλλά θέλει πολύ κόπο και αρετή για να το αποκτήσεις. Κερδίζεται.
Για αυτό το λόγο πρέπει να λέμε στα παιδιά μας ότι δεν έχει σημασία τι θέλουν να γίνουν στη ζωή, αλλά τι σκοπεύουν να συμβιβάσουν και να θυσιάσουν για αυτό. Και να τους πούμε ότι ο κόπος, η αδικία, , η ταλαιπωρία και οι στερήσεις είναι το μικρότερο δυνατό τίμημα για αυτό που θέλουν να γίνουν από ότι αποδεικνύει η ιστορία.
Και όλα αυτά μπορεί να τα λέω για τον Καραμανλή γιατί τον ξέρουμε όλοι, αλλά έχω στο μυαλό μου και τη γιώτα τη φίλη μου που παντρεύτηκε έναν κακομοίρη που δεν τον γουστάρει για να ξεφύγει από τη στέρηση (διαχρονική κατάσταση) και τώρα κλαίει με μαύρο δάκρυ, και κάποιους συναδέλφους που πούλησαν τη ψυχή τους στο διάβολο και τώρα είναι απόστρατοι (αφού πήδηξαν κανονικά το "μαγαζί" και τώρα τρέχουμε εμείς οι νεότεροι να τα μπαλώσουμε) και γενικά, όλους αυτούς τους ανθρώπους που στάθηκαν ανίκανοι να διατηρήσουν τον αυτοσεβασμό τους.
Χρόνια πολλά.
Δευτέρα 23 Μαρτίου 2009
ΚΑΛΩΣΗΡΘΑΤΕ ΣΤΗΝ ΚΟΛΑΣΗ ΤΟΥ ΕΑΥΤΟΥ ΣΑΣ(από Γιώργος Κριτσ.)
ΚΑΛΩΣΗΡΘΑΤΕ ΣΤΗΝ ΚΟΛΑΣΗ ΤΟΥ ΕΑΥΤΟΥ ΣΑΣ
Η επιστροφή των πιθηκανθρώπων και βαρβάρων υφίσταται αυτήν την στιγμή που διαβάζεται τα κάτωθι. Το ανθρώπινο εγώ στην προσπάθεια αυτοβελτίωσης του , μετά από πολλά χρόνια ιστορίας , ανακαλύψεων ,επιστημών ,θρησκευτικής προσήλωσης , ιδεολογικού προβληματισμού , πολέμων , αιματοχυσίας και ειρήνης τελικά τα κατάφερε.
Η ιστορία καταργείται , ακυρώνεται και το ανθρώπινο εγώ με την ευθύνη( αγαπάτε αλλήλους ) προς το κοινωνικό σύνολο μεταμορφώθηκε σε ζωώδη λύκο , ανθρωποφάγο . Ναι θέλουμε να φάμε ο ένας την σάρκα του άλλου , τα καταφέραμε. Πλέον το ζωικό βασίλειο αντικατέστησε το πανανθρώπινο , την αγάπη ,την συντροφικότητα.
Πολλά πρόβατα , κοράκια , κουκουβάγιες ….. Λυκάνθρωποι επικρατούν που τους πίνουν το αίμα , τους ρουφάνε το μεδούλι για λίγη προβολή , για λίγα χρήματα , για μια θεσούλα στο δημόσιο . Μέγιστη αξία των βαρβάρων το χρήμα , τα κάνουν όλα για αυτό , πουλάνε και την ίδια την μάνα τους , απολύουν και σκοτώνουν τον αδερφό τους , μαχαιρώνουν πισώπλατα τα ίδια τους τα παιδιά .
Με εξαίρεση έχουμε και νέα ζωάκια , τα φοβισμένα ανθρωπάκια μοιάζουν με μικρά αρκουδάκια , παρόλο που φιλτράρουν την αλήθεια , φοβούνται να μιλήσουν , να συνεισφέρουν , να βρουν τον τρόπο να ελευθερωθούν και το μόνο που κάνουν είναι να μην μιλάνε , τα ταΐζουν άλλωστε και σέβονται τα φαγητά που τρώνε από τα άλλα ζώα. Δεν ξέρουν όμως ότι η τροφή τους είναι φτιαγμένη για προβατάκια κι αν συνεχίσουν να τρώνε θα αρχίσουν να βελάζουν …..
Όσο για μένα μάλλον ξυπνάω σιγά σιγά , εμπεριέχω τελικά όλο το ζωικό βασίλειο , θυμωμένα τα ζωάκια μου , αναστατωμένα . Δεν θέλουν να φάνε το ένα το άλλο γιατί σίγουρα στο τέλος θα μείνει ένα το δυνατότερο που κι αυτό από την πείνα του θα φάει τις σάρκες του . Απλά θέλουν να συνυπάρξουν χωρίς πολλές απώλειες , και ίσως το όνειρο τους είναι τελικά να ενανθρωπιστούνε .
Για την ώρα δεν γνωρίζω για μένα, επικρατεί και σε μένα ένας Λύκος με Όνειρα….
Τάδε Έφη
Γιώργος
Η επιστροφή των πιθηκανθρώπων και βαρβάρων υφίσταται αυτήν την στιγμή που διαβάζεται τα κάτωθι. Το ανθρώπινο εγώ στην προσπάθεια αυτοβελτίωσης του , μετά από πολλά χρόνια ιστορίας , ανακαλύψεων ,επιστημών ,θρησκευτικής προσήλωσης , ιδεολογικού προβληματισμού , πολέμων , αιματοχυσίας και ειρήνης τελικά τα κατάφερε.
Η ιστορία καταργείται , ακυρώνεται και το ανθρώπινο εγώ με την ευθύνη( αγαπάτε αλλήλους ) προς το κοινωνικό σύνολο μεταμορφώθηκε σε ζωώδη λύκο , ανθρωποφάγο . Ναι θέλουμε να φάμε ο ένας την σάρκα του άλλου , τα καταφέραμε. Πλέον το ζωικό βασίλειο αντικατέστησε το πανανθρώπινο , την αγάπη ,την συντροφικότητα.
Πολλά πρόβατα , κοράκια , κουκουβάγιες ….. Λυκάνθρωποι επικρατούν που τους πίνουν το αίμα , τους ρουφάνε το μεδούλι για λίγη προβολή , για λίγα χρήματα , για μια θεσούλα στο δημόσιο . Μέγιστη αξία των βαρβάρων το χρήμα , τα κάνουν όλα για αυτό , πουλάνε και την ίδια την μάνα τους , απολύουν και σκοτώνουν τον αδερφό τους , μαχαιρώνουν πισώπλατα τα ίδια τους τα παιδιά .
Με εξαίρεση έχουμε και νέα ζωάκια , τα φοβισμένα ανθρωπάκια μοιάζουν με μικρά αρκουδάκια , παρόλο που φιλτράρουν την αλήθεια , φοβούνται να μιλήσουν , να συνεισφέρουν , να βρουν τον τρόπο να ελευθερωθούν και το μόνο που κάνουν είναι να μην μιλάνε , τα ταΐζουν άλλωστε και σέβονται τα φαγητά που τρώνε από τα άλλα ζώα. Δεν ξέρουν όμως ότι η τροφή τους είναι φτιαγμένη για προβατάκια κι αν συνεχίσουν να τρώνε θα αρχίσουν να βελάζουν …..
Όσο για μένα μάλλον ξυπνάω σιγά σιγά , εμπεριέχω τελικά όλο το ζωικό βασίλειο , θυμωμένα τα ζωάκια μου , αναστατωμένα . Δεν θέλουν να φάνε το ένα το άλλο γιατί σίγουρα στο τέλος θα μείνει ένα το δυνατότερο που κι αυτό από την πείνα του θα φάει τις σάρκες του . Απλά θέλουν να συνυπάρξουν χωρίς πολλές απώλειες , και ίσως το όνειρο τους είναι τελικά να ενανθρωπιστούνε .
Για την ώρα δεν γνωρίζω για μένα, επικρατεί και σε μένα ένας Λύκος με Όνειρα….
Τάδε Έφη
Γιώργος
Κυριακή 22 Μαρτίου 2009
Ενα όνειρο
Το ηφαίστειο στον άνεμο ψηλά πετούσε, την πυρακτωμένη του τέφρα .
Βρυχάται θυμωμένο, αγκομαχάει , σκορπίζοντας πανικό…φοβέρα!!!
Ανάμεσά της γυάλιζαν ζωντανές οι πέτρες.
εκσφενδονίζονταν από μεγάλο ύψος και νικημένες, έπεφταν στα αφρισμένα κύματα χάνοντας την αίγλη του πορφυρού τους χρώματος.
Αφήναν μαύρους παραπονιάρικους καπνούς καθώς τις κατάπιναν οι θαλάσσιοι άβυσσοι.
Εκεί που το ηφαίστειο συναντούσε την θάλασσα ανάδευαν μακριά φύκια. ξεπρόβαλαν αργά και έγερναν πέρα δώθε… τα μακρόστενα φύλλα τους
Στεκόμουν σε μια μικρή σχισμή, με περιτριγύριζαν γυμνωμένα βουνά, μενεξεδί βαμμένα. Σπήλαια διάσπαρτα, υγρά και δροσερά, με στόματα ορθάνοιχτα ζητούσαν να με κλείσουν στις σκοτεινές σκιές τους
Στο βάθος τα κύματα χτυπούσαν τον βράχο , υψώνονταν αφρίζοντας, θαρρείς περίμεναν με υπεροψία και θυμό, το θανατερό ποτάμι να αγγίξει την ραχοκοκαλιά τους
Ήθελαν να το νικήσουν καταπίνοντας την κόκκινη του φλόγα και μετατρέποντάς το σε μια μαύρη σκοτεινή μάζα βράχων..
Σαν μεσαιωνικά φαντάσματα, διωγμένοι και ταπεινωμένοι από τον αφέντη τους αυτοί με την σειρά τους, κοιτούσαν το πέλαγος…και όλο και πιο πολλοί γινόντουσαν…συνέχεια.. ξανά και ξανά..
Προστατευμένη έβλεπα το φωτεινό αιμάτινο ρυάκι που ανάβλυζε, από την καρδιά της γης απαλά να κατεβαίνει την λοφοπλαγιά
Κάτι παράξενα απόκοσμο ένιωθα να έχει ετούτη η ώρα…
Το σκηνικό κατέβηκε
θαρρείς οι σκέψεις μου γίναν φορτωμένα ξύλα στην πλάτη ενός υπομονετικού υποζυγίου..
ασήκωτες αλήθεια μα τόσο διάφανες.. έλαμπαν στης ανατολής το πέρασμα
γαλήνη απροσδόκητη με συνεπήρε,
εμπρός σύνελθε ακούστηκε να λέει μια φωνή, γνωστή οικία
αντίκρυ στάσου στον πέτρινο τοίχο και μες της φωτιάς την πλούσια κάθαρση
ρίξε τα πιο ποταπά σου αισθήματα και κάνε άσπιλο της ψυχής τον αβυσσαλέο βυθό να κοίτα….
χωρίς πόνο δεν νικάς τις κιτρινισμένες θύμησες
των σκοτεινών σου χρόνων
αχ καρδούλα μου πόσες μυριάδες φορές ακόμα θα κρατώ σφαλιστά, τα μάτια μπρος στον πέτρινο τοίχο της αμβλύνουσας παρεκτροπής μου?
Ετοίμασε την πανοπλία σου…
Ελπίδα..
Βρυχάται θυμωμένο, αγκομαχάει , σκορπίζοντας πανικό…φοβέρα!!!
Ανάμεσά της γυάλιζαν ζωντανές οι πέτρες.
εκσφενδονίζονταν από μεγάλο ύψος και νικημένες, έπεφταν στα αφρισμένα κύματα χάνοντας την αίγλη του πορφυρού τους χρώματος.
Αφήναν μαύρους παραπονιάρικους καπνούς καθώς τις κατάπιναν οι θαλάσσιοι άβυσσοι.
Εκεί που το ηφαίστειο συναντούσε την θάλασσα ανάδευαν μακριά φύκια. ξεπρόβαλαν αργά και έγερναν πέρα δώθε… τα μακρόστενα φύλλα τους
Στεκόμουν σε μια μικρή σχισμή, με περιτριγύριζαν γυμνωμένα βουνά, μενεξεδί βαμμένα. Σπήλαια διάσπαρτα, υγρά και δροσερά, με στόματα ορθάνοιχτα ζητούσαν να με κλείσουν στις σκοτεινές σκιές τους
Στο βάθος τα κύματα χτυπούσαν τον βράχο , υψώνονταν αφρίζοντας, θαρρείς περίμεναν με υπεροψία και θυμό, το θανατερό ποτάμι να αγγίξει την ραχοκοκαλιά τους
Ήθελαν να το νικήσουν καταπίνοντας την κόκκινη του φλόγα και μετατρέποντάς το σε μια μαύρη σκοτεινή μάζα βράχων..
Σαν μεσαιωνικά φαντάσματα, διωγμένοι και ταπεινωμένοι από τον αφέντη τους αυτοί με την σειρά τους, κοιτούσαν το πέλαγος…και όλο και πιο πολλοί γινόντουσαν…συνέχεια.. ξανά και ξανά..
Προστατευμένη έβλεπα το φωτεινό αιμάτινο ρυάκι που ανάβλυζε, από την καρδιά της γης απαλά να κατεβαίνει την λοφοπλαγιά
Κάτι παράξενα απόκοσμο ένιωθα να έχει ετούτη η ώρα…
Το σκηνικό κατέβηκε
θαρρείς οι σκέψεις μου γίναν φορτωμένα ξύλα στην πλάτη ενός υπομονετικού υποζυγίου..
ασήκωτες αλήθεια μα τόσο διάφανες.. έλαμπαν στης ανατολής το πέρασμα
γαλήνη απροσδόκητη με συνεπήρε,
εμπρός σύνελθε ακούστηκε να λέει μια φωνή, γνωστή οικία
αντίκρυ στάσου στον πέτρινο τοίχο και μες της φωτιάς την πλούσια κάθαρση
ρίξε τα πιο ποταπά σου αισθήματα και κάνε άσπιλο της ψυχής τον αβυσσαλέο βυθό να κοίτα….
χωρίς πόνο δεν νικάς τις κιτρινισμένες θύμησες
των σκοτεινών σου χρόνων
αχ καρδούλα μου πόσες μυριάδες φορές ακόμα θα κρατώ σφαλιστά, τα μάτια μπρος στον πέτρινο τοίχο της αμβλύνουσας παρεκτροπής μου?
Ετοίμασε την πανοπλία σου…
Ελπίδα..
22 Μαρτίου Παγκόσμια Ημέρα Νερού
"Το νερό είναι ο πολυτιμότερος φυσικός μας πόρος. Σήμερα, η συνεργασία για τη συνετή του χρήση είναι περισσότερο απαραίτητη από ποτέ", αναφέρει σε μήνυμά του με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Νερού που εορτάζεται στις 22 Μαρτίου, ο ΓΓ του ΟΗΕ, Μπαν Γκι-Μουν.
Σημειώνει ότι "ενώ ο παγκόσμιος πληθυσμός καταναλώνει περισσότερο πόσιμο νερό, η κλιματική αλλαγή έχει ως συνέπεια τη μείωση του νερού σε πολλές περιοχές του κόσμου. Οι πάγοι λιώνουν, η πρόβλεψη των βροχοπτώσεων γίνεται δυσκολότερη, ενώ φαινόμενα όπως οι πλημμύρες και οι ξηρασίες γίνονται ολοένα και πιο ακραία. Η προσεκτική διαχείριση των υδάτινων πόρων και η εξισορρόπηση των διάφορων αναγκών για νερό είναι ζητήματα ζωτικής σημασίας".
Ο ΓΓ του ΟΗΕ στο μήνυμά του επισημαίνει επίσης τα εξής:
"Μεγάλο μέρος των υπόγειων ή υπέργειων υδάτων του πλανήτη είναι κοινό. Το 40% του παγκόσμιου πληθυσμού ζει σε μια από τις 263 υδάτινες λεκάνες που είναι μοιρασμένες ανάμεσα σε δύο ή περισσότερες χώρες. Η ανησυχία για την πιθανότητα βίαιων συγκρούσεων είναι μέρος των συζητήσεων σχετικά με την κατανομή των περιορισμένων υδάτινων πόρων. Ωστόσο, ενώ οι πιθανότητες να λειτουργήσει το νερό ως καταλύτης συγκρούσεων μεταξύ κρατών και κοινοτήτων είναι υπαρκτές, το παρελθόν δείχνει ότι στην πραγματικότητα συμβαίνει το αντίθετο. Η συνεργασία, όχι η σύγκρουση αποτελεί την πιο συνηθισμένη απάντηση στις ανταγωνιστικές απαιτήσεις που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι.
Με θέμα "Κοινά Αποθέματα Νερού - Κοινές Ευκαιρίες", ο εορτασμός της φετινής Παγκόσμιας Ημέρας Νερού εστιάζει στο πώς οι διασυνοριακοί υδάτινοι πόροι μπορούν να λειτουργήσουν ως μια ενωτική δύναμη. Σε παγκόσμιο επίπεδο υπάρχουν τουλάχιστον 300 διεθνείς συμφωνίες για το νερό, συχνά μεταξύ αντιτιθέμενων πλευρών. Οι συμφωνίες αυτές δείχνουν το πώς οι κοινοί υδάτινοι πόροι μπορούν να ενισχύσουν την εμπιστοσύνη και να προωθήσουν την ειρήνη μεταξύ των κρατών. Η πολιτική βούληση, ένα ευέλικτο πλαίσιο πολιτικής, τα ισχυρά θεσμικά όργανα και μια συνολική προσέγγιση, θα μας βοηθήσουν να οικοδομήσουμε σε αυτά τα θεμέλια για το καλό όλων.
Τη φετινή Παγκόσμια Ημέρα Νερού καλώ τις κυβερνήσεις, την κοινωνία των πολιτών, τον ιδιωτικό τομέα και όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη να αναγνωρίσουν ότι το συλλογικό μας μέλλον εξαρτάται από το πώς θα διαχειριστούμε τους πολύτιμους και πεπερασμένους υδάτινους πόρους".
Ανάρτηση του Νικήτα Κανάκη, Προέδρου της Οραγάνωσης "ΓΙΑΤΡΟΙ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ"
Σημειώνει ότι "ενώ ο παγκόσμιος πληθυσμός καταναλώνει περισσότερο πόσιμο νερό, η κλιματική αλλαγή έχει ως συνέπεια τη μείωση του νερού σε πολλές περιοχές του κόσμου. Οι πάγοι λιώνουν, η πρόβλεψη των βροχοπτώσεων γίνεται δυσκολότερη, ενώ φαινόμενα όπως οι πλημμύρες και οι ξηρασίες γίνονται ολοένα και πιο ακραία. Η προσεκτική διαχείριση των υδάτινων πόρων και η εξισορρόπηση των διάφορων αναγκών για νερό είναι ζητήματα ζωτικής σημασίας".
Ο ΓΓ του ΟΗΕ στο μήνυμά του επισημαίνει επίσης τα εξής:
"Μεγάλο μέρος των υπόγειων ή υπέργειων υδάτων του πλανήτη είναι κοινό. Το 40% του παγκόσμιου πληθυσμού ζει σε μια από τις 263 υδάτινες λεκάνες που είναι μοιρασμένες ανάμεσα σε δύο ή περισσότερες χώρες. Η ανησυχία για την πιθανότητα βίαιων συγκρούσεων είναι μέρος των συζητήσεων σχετικά με την κατανομή των περιορισμένων υδάτινων πόρων. Ωστόσο, ενώ οι πιθανότητες να λειτουργήσει το νερό ως καταλύτης συγκρούσεων μεταξύ κρατών και κοινοτήτων είναι υπαρκτές, το παρελθόν δείχνει ότι στην πραγματικότητα συμβαίνει το αντίθετο. Η συνεργασία, όχι η σύγκρουση αποτελεί την πιο συνηθισμένη απάντηση στις ανταγωνιστικές απαιτήσεις που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι.
Με θέμα "Κοινά Αποθέματα Νερού - Κοινές Ευκαιρίες", ο εορτασμός της φετινής Παγκόσμιας Ημέρας Νερού εστιάζει στο πώς οι διασυνοριακοί υδάτινοι πόροι μπορούν να λειτουργήσουν ως μια ενωτική δύναμη. Σε παγκόσμιο επίπεδο υπάρχουν τουλάχιστον 300 διεθνείς συμφωνίες για το νερό, συχνά μεταξύ αντιτιθέμενων πλευρών. Οι συμφωνίες αυτές δείχνουν το πώς οι κοινοί υδάτινοι πόροι μπορούν να ενισχύσουν την εμπιστοσύνη και να προωθήσουν την ειρήνη μεταξύ των κρατών. Η πολιτική βούληση, ένα ευέλικτο πλαίσιο πολιτικής, τα ισχυρά θεσμικά όργανα και μια συνολική προσέγγιση, θα μας βοηθήσουν να οικοδομήσουμε σε αυτά τα θεμέλια για το καλό όλων.
Τη φετινή Παγκόσμια Ημέρα Νερού καλώ τις κυβερνήσεις, την κοινωνία των πολιτών, τον ιδιωτικό τομέα και όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη να αναγνωρίσουν ότι το συλλογικό μας μέλλον εξαρτάται από το πώς θα διαχειριστούμε τους πολύτιμους και πεπερασμένους υδάτινους πόρους".
Ανάρτηση του Νικήτα Κανάκη, Προέδρου της Οραγάνωσης "ΓΙΑΤΡΟΙ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ"
Ετικέτες
Ανακοινώσεις,
Οικολογία
Τετάρτη 18 Μαρτίου 2009
Δυό λόγια με τον παππού
Την θυμάμαι σαν τώρα, λες και ο χρόνος δεν κύλισε καθόλου. Ήταν μια μουντή συννεφιασμένη μέρα του Νοέμβρη και στο χωριό επικρατούσε μια σεβάσμια ανθρώπινη σιγή. Τα φύλλα απτις μουριές, κιτρινισμένα, σούρνονταν εδώ και εκεί με ταεράκι, στο παλιό πλακόστρωτο της πλατείας. Ενώ τα γύρω βουνά με τις δαντελωτές κορφές έδιναν μήνυμα αιωνιότητας στο ορεινό εκείνο μέρος. Ένοιωθα τις ψυχές των παλιών γερόντων να σέρνουν το κορμί τους γδέρνοντας το στήθος τους στα μυτερά αρχαία έλατα.
Η καμπάνα χτυπούσε πένθιμα παρόλο που η εντολή ήταν ρητή ( λες και τοχα προφητέψει ο δόλιος ) : όχι στην εκκλησία! Στο σπίτι οι γριές μοιρολογούσανε (ενώ ξεχείλιζε η περισσή υποκρισία τους ) και η χαροκαμένη οικογένεια, με το κλάμα νάχει στερέψει δυο μέρες τώρα, τάχε χαμένα από την ξαφνική και απρόσμενη απώλεια του τόσο αγαπημένου μέλους της.
Από την πρώτη κιόλας μέρα συνάντησα τον παππού που τόσο είχα νοσταλγήσει. Τον είχαμε χάσει ακριβώς έντεκα χρόνια πρίν, τότε που ήμουν είκοσι χρονών παιδαρέλι, πρωτοετής τότε στο πολυτεχνείο. Σαν με είδε με πήρε απτο χέρι και με μια αλαφράδα που δεν είχα ξανανιώσει με πήγε ψηλά στων ελάτων την κορφή εκεί που κάποτε φιλούσε πρόβατα. Είμασταν θαρρείς πουλιά, ανθρώπινα πουλιά!
Η ηρεμία που ήταν ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του μου έκανε μεγάλη εντύπωση. Ταρακουνήθηκα δεν τον είχα έτσι ματαδεί. ¨Όταν πέθανε δεν ήταν έτσι. Τώρα ήταν πράος και μια νηφάλια πειθαρχεία ξεπηδούσε απτα μάτια του. Είχε όψη μεσήλικα και το παλιό ασπροκίτρινο από το τσιγάρο μουστάκι του ήταν αρκετά μαύρο τώρα. ¨Όμως η χαρακτηριστική του φυσιογνωμία δεν άφηνε χώρο για μπερδέματα, τον γνώρισα αμέσως.
- Τι τα θές, είπε, η ευτυχία είναι στην αιωνιότητα μακριά από την ανηφόρα της ζωής. Η ζωή δεν είναι παρά η στράτα που σε βγάζει στην αθανασία και ο θάνατος μια πόρτα φωτεινή. Τζάμπα φοβόμουν μη τυχόν πεθάνω. Με τα μυαλά που έχω τώρα θαρρώ πως η ζωή ήταν ένα πολύχρωμο κουραστικό παιχνίδι. Δε λέω ήταν εμπειρία δυνατή, ήταν μια προετοιμασία με τα καλά και τα κακά της. Έντεκα χρόνια τώρα σας έβλεπα όλους. Τον πατέρα σου , τη μάνα σου, ταδέρφια σου και τη γριά τη δόλια τη δικιά μου. Όλους σας έβλεπα. Σςςς άκου τη γριά μου! Άκου τη πως σε κλέει και τι μοιρολόγια σου πλεξε! Σε αυτά είναι πρώτη. Τέλος πάντων εγώ ένα έχω να σου πω : μη στεναχωριέσαι. Θα τους βλέπεις όλους, θα τους ακούς και θα έχεις και το προνόμιο να δείς τι σκέφτονται στανθρώπινο κεφάλι τους. Εδώ που είμαστε τώρα δεν υπάρχουν πλέον συγγενείς, δηλαδή εγώ δεν είμαι πλέον ο παππούς σου. Να τόχεις ξάστερο αυτό μέσα σου. Εμείς οι πεθαμένοι έχουμε τους δικούς μας νόμους , έτσι έπεσε σε μένα το καθήκον και η υποχρέωση να σε προϋπαντησω και να σου πω δυο λογια που πρέπει να κατέχεις.
Εγώ τα είχα χαμένα. Στο σπίτι κλέγανε, η καμπάνα χτυπούσε. Ήμουν πολύ φρέσκος στη καινούρια μου ζωή. Δυο μέρες όλες κι όλες. Είχε δίκιο ο παππούς για τη στενοχώρια, όμως ήταν αναπόφευκτη και με παρέσειρε σε μια μεγάλη λύπη. Ένα δάκρυ κύλησε από τα κατακόκκινα μάτια μου.
- Σκουπίσου μωρέ. Σε πήρανε τα ζουμιά ακόμα δεν ήρθες, είπε πεταχτά ο παππούς, μια φορά πεθαίνεις δεν είναι τίποτα. Έγινες αθάνατος και δε χαίρεσαι μωρέ? Δεν είσαι κανά παιδάκι, τριάντα χρονών άντρας είσαι με τα μουστάκια μέχρι ταυτιά. Εμείς είμαστε πιο ζωντανοί απτους ζωντανούς. Να ξέρεις κάτι όμως : μην έχεις πολλά παρεδώσε μαζί τους, δεν ωφελάει είναι σκέτη στενοχώρια. Δεν βγαίνει ετσι πέρα η αιωνιότητα. Κάτσε αγνάντευε κάτω το χωριό και απόλαυσε την θέα με την ησυχία σου. Που θα πάει θα γαληνέψεις και εσύ, συνήθεια είναι, συνήθεια.
- Παππού θαθελα ναξερα ποιος τα κανονίζει όλα τούτα, είπα σκουπίζοντας με την απαλάμη μου το μάγουλο, ποιος φτιάχνει τη ζωή και ποιος τη θανατώνει? Ανάθεμα την ώρα που με χτύπησε αυτό το καταραμένο ταυτοκίνητο! Με τι θα ασχολούμαι τώρα εδώ πάνω? Πώς θα περνά η ώρα μου?
- Τόσα χρόνια εδώ πάνω Κωσταντή μου μήτε θεό είδα μήτε διάβολο, τίποτα δεν υπάρχει, είπε ο παππούς στρίβωντας ως συνήθως το γυριστό μουστάκι του. Τώρα μπορείς να είσαι παντού και να τηράς τα πάντα. Όσο για το τι θα κάμεις εδώ που ήρθες, μη φουντώνεις, εδώ όλες οι μέρες είναι σκόλες.
- Μα τι θαπογίνω? φώναξα απελπισμένος καλύπτωντας με τρεμάμενα χέρια το πρόσωπό μου.
- Σώπα , σώπα τώρα! Είπε ο παππούς κάνοντάς μου νόημα να ηρεμήσω κουνώντας χαρακτηριστικά το χέρι του. Το συγκινημένο και σοβαρό πρόσωπό του είχε πάνω του μια μειλίχια ιερότητα, έναν διάχυτο σεβασμό για την στιγμή, γι αυτό που έβλεπε, γι αυτό που βλέπαμε οι δυο μας κάτω στο πένθιμο χωριό.
- Σε σηκώνουν οι φίλοι σου στην πλάτη! Για κοίτα πώς σε κλαίνε οι δικοί σου από πίσω! Σε πάνε κατά την εκκλησιά στην παλιά πλατεία!
- Μα δεν θέλω, φώναξα, δεν θέλω! Ούτε τα ευχολόγια του παπά θέλω ούτε δυο μέτρα κάτω απτη γη να με φάνε τα σκουλίκια! Το είχα πει! Να με κάψουνε και να με σκορπίσουνε στο ποτάμι!
- Υπάρχουν και νόμοι Κωσταντή μου στους ζωντανούς, υπάρχουν και νόμοι! Πήγες κι έγινες άθεος, άθρησκος και όλα τα άλλα που δεν πολυκαταλαβαίνουν οι πιο πολλοί. Στο είπα και πρίν μήτε θεός υπάρχει μήτε διάβολος, μα σαν είσαι στη ζωή χρειάζεσαι και ένα δεκανίκι, μια παρηγόρια πέρα και πάνω απτον άνθρωπο. Έτσι να νομίζεις ότι κάποιος σε προσέχει. Ο άνθρωπος όσο άθεος και αν είναι σαν βρεθεί σε κίνδυνο σταυροκοπιέται κάτω απτην κάπα του! Σώπαινε όμως τώρα, η μπάντα άρχισε την πένθιμη καταραμένη μουσική της. Άκου πως παίζουν οι άτιμοι!
Πράγματι. Μπροστά ο παπάς με τα περαχείλια, πίσω εγώ στις πλάτες των φίλων μου, παραπίσω η φαμίλια μου ντυμένη στα μαύρα ενώ ακόμη πιο πίσω το υπόλοιπο χωριό. Κηδεία έχουνε βλέπεις και σηκωθήκανε όλοι στο πόδι. Κανένας δεν λείπει! Μια φορά στο τόσο συμβαίνει αυτό το θέαμα, δεν συμβαίνει συνέχεια. Σάμπως εγώ δεν έκανα χάζι τις κηδείες?
Όσοι αιώνες κι αν περάσουν δεν τη ξεχνώ τούτη τη μέρα, τούτη τη στιγμή! Αυτή η μουντή φθινοπωρινή μέρα είχε μέσα της και το τέλος και την αρχή συνάμα! Όντως, είναι δυνατόν να ξεχάσεις την κηδεία σου, τη μέρα που έχασες την ανθρώπινη υπόστασή σου?
Όλοι αυτοί κει κάτω μουρμουρίζουν: «πέθανε, συγχωρεμένος ναναι, ρε τον καημένο, ήταν άτυχος, καλό παιδί, τον χάσαμε, να ζήσουμε να τον θυμόμαστε, αυτό ήτανε πάει πέθανε, δεν υπάρχει, χάθηκε!>>.
Κι εγώ, θυμάμαι, χωμένος στην αγκαλιά του παππού, νοιώθωντας ακόμη άνθρωπος, θυμωμένος που κάποιος, κάποιοι μου αφαιρέσανε αυτή μου την ιδιότητα, θυμωμένος ακόμη και με αυτή τη νομοτέλεια της φύσης, έκλαιγα και φώναζα πως Υπάρχω, είμαι Εδώ, σας Βλέπω, άδικα κλαίτε! Τίποτα όμως τις φωνές μου τις άκουγαν μόνο οι πεθαμένοι. Καμια απόκριση. Έτσι είναι όμως << οι ζωντανοί με τους ζωντανούς και οι πεθαμένοι με τους πεθαμένους >>!
- Μην οδείρεσαι, είπε ο παππούς, αυτό είναι το παράπονο κάθε πεθαμένου και είναι αλήθεια κανείς νεκρός δεν άλλαξε κουβέντα με άνθρωπο ζωντανό. Σαν βραδιάσει όμως μπορείς να περάσεις από το παραθύρι εκείνο του σπιτιού που μπαίνουν τα όνειρα μαθές και να δώσεις το μήνυμά σου στον αγαπημένο άνθρωπό σου, να μπεις στο όνειρό του μέσα στον γλυκό του ύπνο!
Αυτά τα λόγια με αλάφρωσαν και καθησύχασε η ψυχή μου. Γύρισα να ευχαριστήσω και να αγκαλιάσω τον παππού.
Μάταια όμως, σαν αερικό θαρρείς χάθηκε από πλάϊ μου! Έγινε ένα με το ορεινό βουνίσιο αγέρι!
Αυτό ήταν το τέλεψε το χρέος του. Έκτοτε δεν τον ξανάδα!
Θαρρώ όμως και τώρα ύστερα από τόσα πολλά χρόνια πως γυρνάει κάπου εκεί! Νιώθω πως είναι τριγύρω μου! Νοιώθω πως δεν έπαψε να με βλέπει!
ΤΕΛΟΣ
Φθινόπωρο 2007,ulysses.
Η καμπάνα χτυπούσε πένθιμα παρόλο που η εντολή ήταν ρητή ( λες και τοχα προφητέψει ο δόλιος ) : όχι στην εκκλησία! Στο σπίτι οι γριές μοιρολογούσανε (ενώ ξεχείλιζε η περισσή υποκρισία τους ) και η χαροκαμένη οικογένεια, με το κλάμα νάχει στερέψει δυο μέρες τώρα, τάχε χαμένα από την ξαφνική και απρόσμενη απώλεια του τόσο αγαπημένου μέλους της.
Από την πρώτη κιόλας μέρα συνάντησα τον παππού που τόσο είχα νοσταλγήσει. Τον είχαμε χάσει ακριβώς έντεκα χρόνια πρίν, τότε που ήμουν είκοσι χρονών παιδαρέλι, πρωτοετής τότε στο πολυτεχνείο. Σαν με είδε με πήρε απτο χέρι και με μια αλαφράδα που δεν είχα ξανανιώσει με πήγε ψηλά στων ελάτων την κορφή εκεί που κάποτε φιλούσε πρόβατα. Είμασταν θαρρείς πουλιά, ανθρώπινα πουλιά!
Η ηρεμία που ήταν ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του μου έκανε μεγάλη εντύπωση. Ταρακουνήθηκα δεν τον είχα έτσι ματαδεί. ¨Όταν πέθανε δεν ήταν έτσι. Τώρα ήταν πράος και μια νηφάλια πειθαρχεία ξεπηδούσε απτα μάτια του. Είχε όψη μεσήλικα και το παλιό ασπροκίτρινο από το τσιγάρο μουστάκι του ήταν αρκετά μαύρο τώρα. ¨Όμως η χαρακτηριστική του φυσιογνωμία δεν άφηνε χώρο για μπερδέματα, τον γνώρισα αμέσως.
- Τι τα θές, είπε, η ευτυχία είναι στην αιωνιότητα μακριά από την ανηφόρα της ζωής. Η ζωή δεν είναι παρά η στράτα που σε βγάζει στην αθανασία και ο θάνατος μια πόρτα φωτεινή. Τζάμπα φοβόμουν μη τυχόν πεθάνω. Με τα μυαλά που έχω τώρα θαρρώ πως η ζωή ήταν ένα πολύχρωμο κουραστικό παιχνίδι. Δε λέω ήταν εμπειρία δυνατή, ήταν μια προετοιμασία με τα καλά και τα κακά της. Έντεκα χρόνια τώρα σας έβλεπα όλους. Τον πατέρα σου , τη μάνα σου, ταδέρφια σου και τη γριά τη δόλια τη δικιά μου. Όλους σας έβλεπα. Σςςς άκου τη γριά μου! Άκου τη πως σε κλέει και τι μοιρολόγια σου πλεξε! Σε αυτά είναι πρώτη. Τέλος πάντων εγώ ένα έχω να σου πω : μη στεναχωριέσαι. Θα τους βλέπεις όλους, θα τους ακούς και θα έχεις και το προνόμιο να δείς τι σκέφτονται στανθρώπινο κεφάλι τους. Εδώ που είμαστε τώρα δεν υπάρχουν πλέον συγγενείς, δηλαδή εγώ δεν είμαι πλέον ο παππούς σου. Να τόχεις ξάστερο αυτό μέσα σου. Εμείς οι πεθαμένοι έχουμε τους δικούς μας νόμους , έτσι έπεσε σε μένα το καθήκον και η υποχρέωση να σε προϋπαντησω και να σου πω δυο λογια που πρέπει να κατέχεις.
Εγώ τα είχα χαμένα. Στο σπίτι κλέγανε, η καμπάνα χτυπούσε. Ήμουν πολύ φρέσκος στη καινούρια μου ζωή. Δυο μέρες όλες κι όλες. Είχε δίκιο ο παππούς για τη στενοχώρια, όμως ήταν αναπόφευκτη και με παρέσειρε σε μια μεγάλη λύπη. Ένα δάκρυ κύλησε από τα κατακόκκινα μάτια μου.
- Σκουπίσου μωρέ. Σε πήρανε τα ζουμιά ακόμα δεν ήρθες, είπε πεταχτά ο παππούς, μια φορά πεθαίνεις δεν είναι τίποτα. Έγινες αθάνατος και δε χαίρεσαι μωρέ? Δεν είσαι κανά παιδάκι, τριάντα χρονών άντρας είσαι με τα μουστάκια μέχρι ταυτιά. Εμείς είμαστε πιο ζωντανοί απτους ζωντανούς. Να ξέρεις κάτι όμως : μην έχεις πολλά παρεδώσε μαζί τους, δεν ωφελάει είναι σκέτη στενοχώρια. Δεν βγαίνει ετσι πέρα η αιωνιότητα. Κάτσε αγνάντευε κάτω το χωριό και απόλαυσε την θέα με την ησυχία σου. Που θα πάει θα γαληνέψεις και εσύ, συνήθεια είναι, συνήθεια.
- Παππού θαθελα ναξερα ποιος τα κανονίζει όλα τούτα, είπα σκουπίζοντας με την απαλάμη μου το μάγουλο, ποιος φτιάχνει τη ζωή και ποιος τη θανατώνει? Ανάθεμα την ώρα που με χτύπησε αυτό το καταραμένο ταυτοκίνητο! Με τι θα ασχολούμαι τώρα εδώ πάνω? Πώς θα περνά η ώρα μου?
- Τόσα χρόνια εδώ πάνω Κωσταντή μου μήτε θεό είδα μήτε διάβολο, τίποτα δεν υπάρχει, είπε ο παππούς στρίβωντας ως συνήθως το γυριστό μουστάκι του. Τώρα μπορείς να είσαι παντού και να τηράς τα πάντα. Όσο για το τι θα κάμεις εδώ που ήρθες, μη φουντώνεις, εδώ όλες οι μέρες είναι σκόλες.
- Μα τι θαπογίνω? φώναξα απελπισμένος καλύπτωντας με τρεμάμενα χέρια το πρόσωπό μου.
- Σώπα , σώπα τώρα! Είπε ο παππούς κάνοντάς μου νόημα να ηρεμήσω κουνώντας χαρακτηριστικά το χέρι του. Το συγκινημένο και σοβαρό πρόσωπό του είχε πάνω του μια μειλίχια ιερότητα, έναν διάχυτο σεβασμό για την στιγμή, γι αυτό που έβλεπε, γι αυτό που βλέπαμε οι δυο μας κάτω στο πένθιμο χωριό.
- Σε σηκώνουν οι φίλοι σου στην πλάτη! Για κοίτα πώς σε κλαίνε οι δικοί σου από πίσω! Σε πάνε κατά την εκκλησιά στην παλιά πλατεία!
- Μα δεν θέλω, φώναξα, δεν θέλω! Ούτε τα ευχολόγια του παπά θέλω ούτε δυο μέτρα κάτω απτη γη να με φάνε τα σκουλίκια! Το είχα πει! Να με κάψουνε και να με σκορπίσουνε στο ποτάμι!
- Υπάρχουν και νόμοι Κωσταντή μου στους ζωντανούς, υπάρχουν και νόμοι! Πήγες κι έγινες άθεος, άθρησκος και όλα τα άλλα που δεν πολυκαταλαβαίνουν οι πιο πολλοί. Στο είπα και πρίν μήτε θεός υπάρχει μήτε διάβολος, μα σαν είσαι στη ζωή χρειάζεσαι και ένα δεκανίκι, μια παρηγόρια πέρα και πάνω απτον άνθρωπο. Έτσι να νομίζεις ότι κάποιος σε προσέχει. Ο άνθρωπος όσο άθεος και αν είναι σαν βρεθεί σε κίνδυνο σταυροκοπιέται κάτω απτην κάπα του! Σώπαινε όμως τώρα, η μπάντα άρχισε την πένθιμη καταραμένη μουσική της. Άκου πως παίζουν οι άτιμοι!
Πράγματι. Μπροστά ο παπάς με τα περαχείλια, πίσω εγώ στις πλάτες των φίλων μου, παραπίσω η φαμίλια μου ντυμένη στα μαύρα ενώ ακόμη πιο πίσω το υπόλοιπο χωριό. Κηδεία έχουνε βλέπεις και σηκωθήκανε όλοι στο πόδι. Κανένας δεν λείπει! Μια φορά στο τόσο συμβαίνει αυτό το θέαμα, δεν συμβαίνει συνέχεια. Σάμπως εγώ δεν έκανα χάζι τις κηδείες?
Όσοι αιώνες κι αν περάσουν δεν τη ξεχνώ τούτη τη μέρα, τούτη τη στιγμή! Αυτή η μουντή φθινοπωρινή μέρα είχε μέσα της και το τέλος και την αρχή συνάμα! Όντως, είναι δυνατόν να ξεχάσεις την κηδεία σου, τη μέρα που έχασες την ανθρώπινη υπόστασή σου?
Όλοι αυτοί κει κάτω μουρμουρίζουν: «πέθανε, συγχωρεμένος ναναι, ρε τον καημένο, ήταν άτυχος, καλό παιδί, τον χάσαμε, να ζήσουμε να τον θυμόμαστε, αυτό ήτανε πάει πέθανε, δεν υπάρχει, χάθηκε!>>.
Κι εγώ, θυμάμαι, χωμένος στην αγκαλιά του παππού, νοιώθωντας ακόμη άνθρωπος, θυμωμένος που κάποιος, κάποιοι μου αφαιρέσανε αυτή μου την ιδιότητα, θυμωμένος ακόμη και με αυτή τη νομοτέλεια της φύσης, έκλαιγα και φώναζα πως Υπάρχω, είμαι Εδώ, σας Βλέπω, άδικα κλαίτε! Τίποτα όμως τις φωνές μου τις άκουγαν μόνο οι πεθαμένοι. Καμια απόκριση. Έτσι είναι όμως << οι ζωντανοί με τους ζωντανούς και οι πεθαμένοι με τους πεθαμένους >>!
- Μην οδείρεσαι, είπε ο παππούς, αυτό είναι το παράπονο κάθε πεθαμένου και είναι αλήθεια κανείς νεκρός δεν άλλαξε κουβέντα με άνθρωπο ζωντανό. Σαν βραδιάσει όμως μπορείς να περάσεις από το παραθύρι εκείνο του σπιτιού που μπαίνουν τα όνειρα μαθές και να δώσεις το μήνυμά σου στον αγαπημένο άνθρωπό σου, να μπεις στο όνειρό του μέσα στον γλυκό του ύπνο!
Αυτά τα λόγια με αλάφρωσαν και καθησύχασε η ψυχή μου. Γύρισα να ευχαριστήσω και να αγκαλιάσω τον παππού.
Μάταια όμως, σαν αερικό θαρρείς χάθηκε από πλάϊ μου! Έγινε ένα με το ορεινό βουνίσιο αγέρι!
Αυτό ήταν το τέλεψε το χρέος του. Έκτοτε δεν τον ξανάδα!
Θαρρώ όμως και τώρα ύστερα από τόσα πολλά χρόνια πως γυρνάει κάπου εκεί! Νιώθω πως είναι τριγύρω μου! Νοιώθω πως δεν έπαψε να με βλέπει!
ΤΕΛΟΣ
Φθινόπωρο 2007,ulysses.
Τρίτη 17 Μαρτίου 2009
Γέλα γιά ...μένα.
Πως να σε κάνω να καταλάβεις, πόσο ξεχωρίζεις?
πόσο μοναδικός είσαι γιά μένα?
τι να πω που δεν έχει ειπωθεί ποτέ ως τώρα?
που δέν έχεις ξανά ακούσει?
ποιό στίχο πιά ρίμα να βρώ να σου ταιριάξω?
να σου χαρίσω τον ήλιο...το φεγγάρι...
πολύ κοινότυπο και απλό
τι να κάνω για να ξεχωρίσω λοιπόν?
να σου δώσω αγάπης δείγμα
προτώτυπο καινούριο και ανείπωτο?
βήματα κάναν οι αιώνες όλα ειπώθηκαν, αδειάσαν
σαν βρόχινο νερό γεμάτο λάσπη
πως να σε κάνω την ματιά να στρέψεις προς εμένα?
να δες το σμίξιμο των ρυτίδων στο μέτωπό μου...
κοίτα με λοιπόν...να κοίτα με και γέλα
όχι δεν νιώθω ότι με ειρωνία θα γελάσεις
ποτέ δεν το σκέφτηκα αυτό
Γέλα με γέλιο βγαλμένο από τα περιβόλια
που είναι μ' ανθούς την άνοιξη γεμάτα
με γέλιο που βγαίνει απο τις μπότες του διαβάτη
καθώς γλυστρούν στα πεσμένα φύλλα
απο τους πυκνούς πορτοκαλεώνες
απο της θάλασσας την κυματιστή βουή
από των άστρων το λαμπύρισμα
σαν τρεμοπαίζουν στην νυχτιά την παγωμένη
απο τις νυφάδες του χιονιού
που απαλά ντύνουν τον σωρό με τα ξύλα του χειμώνα
στην αυλή μου
γέλα με γέλιο βγαλμένο από τα βρύα των υγρών βράχων
που τρέφονται τα άγρια κατσίκια
των οροπεδίων
από τις αναβλύζουσες πηγές των βουνών
που ορμητικά κυλούν γεμίζοντας
με δώρα τις πεδιάδες
από τις σκοτεινές σιωπές μιας στοιχιωμένης νύχτας
γέλα με γέλιο βγαλμένο
απο το καλύτερο δωμάτιο
εκείνο της καρδιάς σου...
απόψε θα μεθύσω
έτσι θέλω....
Ελπίδα
πόσο μοναδικός είσαι γιά μένα?
τι να πω που δεν έχει ειπωθεί ποτέ ως τώρα?
που δέν έχεις ξανά ακούσει?
ποιό στίχο πιά ρίμα να βρώ να σου ταιριάξω?
να σου χαρίσω τον ήλιο...το φεγγάρι...
πολύ κοινότυπο και απλό
τι να κάνω για να ξεχωρίσω λοιπόν?
να σου δώσω αγάπης δείγμα
προτώτυπο καινούριο και ανείπωτο?
βήματα κάναν οι αιώνες όλα ειπώθηκαν, αδειάσαν
σαν βρόχινο νερό γεμάτο λάσπη
πως να σε κάνω την ματιά να στρέψεις προς εμένα?
να δες το σμίξιμο των ρυτίδων στο μέτωπό μου...
κοίτα με λοιπόν...να κοίτα με και γέλα
όχι δεν νιώθω ότι με ειρωνία θα γελάσεις
ποτέ δεν το σκέφτηκα αυτό
Γέλα με γέλιο βγαλμένο από τα περιβόλια
που είναι μ' ανθούς την άνοιξη γεμάτα
με γέλιο που βγαίνει απο τις μπότες του διαβάτη
καθώς γλυστρούν στα πεσμένα φύλλα
απο τους πυκνούς πορτοκαλεώνες
απο της θάλασσας την κυματιστή βουή
από των άστρων το λαμπύρισμα
σαν τρεμοπαίζουν στην νυχτιά την παγωμένη
απο τις νυφάδες του χιονιού
που απαλά ντύνουν τον σωρό με τα ξύλα του χειμώνα
στην αυλή μου
γέλα με γέλιο βγαλμένο από τα βρύα των υγρών βράχων
που τρέφονται τα άγρια κατσίκια
των οροπεδίων
από τις αναβλύζουσες πηγές των βουνών
που ορμητικά κυλούν γεμίζοντας
με δώρα τις πεδιάδες
από τις σκοτεινές σιωπές μιας στοιχιωμένης νύχτας
γέλα με γέλιο βγαλμένο
απο το καλύτερο δωμάτιο
εκείνο της καρδιάς σου...
απόψε θα μεθύσω
έτσι θέλω....
Ελπίδα
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)