Κοντεύουν μεσάνυχτα κι ακούγεται ησυχία,
από παντού απ’ τα σπίτια που’ ναι το’ να πάνω στ’ άλλο,
απ’ τούς διαφορετικούς ορόφους όπου συσσωρεύεται η ζωή . . .
Σταμάτησαν το πιάνο στον τρίτο όροφο . . .
Δεν ακούω πια βήματα στον δεύτερο . . .
Στο ισόγειο το ράδιο σιώπησε . . .
Όλα θα κοιμηθούν σε λίγο . . .
Μένω μονάχος με το σύμπαν ολόκληρο.
Δεν θέλω να πάω στο παράθυρο :
Αν κοιτάξω, πόσα αστέρια !
Πόσες μεγάλες σιωπές μείζονες έχει εκεί ψηλά !
τι ουρανός αντί-αστικός ! . . . .
Αντί γι’ αυτό, φυλακισμένος
σ’ έναν πόθο να μην είμαι φυλακισμένος,
ακούω με αγωνία τους θορύβους της νύχτας . . .
Ένα αυτοκίνητο -με υπερβολική ταχύτητα !-
τα βήματα των δύο που συζητούν μού μιλούν…
Ο ήχος από μια εξώπορτα πού κλείνει απότομα με πονάει . . .
Όλα θα κοιμηθούν σε λίγο . . .
Μόνο εγώ αγρυπνώ, κοιμισμένος ακούγοντας . . .
Περιμένοντας
κάτι πριν να κοιμηθώ . . .
Κάτι . . .
Παρασκευή 11 Ιουνίου 2010
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου